Μια σημαντική παρέμβαση αποτελεί η αντικατάσταση του συστήματος τεχνητού φωτισμού με φωτιστικών υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνονται:

1. Εξοικονόμηση ενέργειας. Στον φωτισμό εξοικονόμηση ενέργειας  μπορεί να επιτευχθεί είτε

 

• με μείωση της εγκατεστημένης ισχύος δηλ. αποδοτικότερα συστήματα ή/και βελτιωμένο σχεδιασμό.
• είτε/και με μείωση του χρόνου λειτουργίας δηλ. προσωπική ευαισθητοποίηση ή/και υιοθέτηση συστημάτων ελέγχου.

2. Βελτίωση συνθηκών οπτικής άνεσης καθώς και αισθητικής του χώρου με άμεση επίδραση στην παραγωγικότητα των εργαζομένων.

3. Μείωση κόστους συντήρησης λόγω της  αυξημένης  διάρκειας ζωής αλλά και απόδοσης των νέων συστημάτων φωτισμού.

Στην Ελλάδα, η κατανάλωση για φωτισμό αντιπροσωπεύει το 18% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στον τριτογενή τομέα (Σχέδιο Δράσης Ενεργειακής Απόδοσης, ΥΠΑΝ, 6/2008). Στα κτήρια γραφείων ειδικότερα ο φωτισμός αποτελεί το 28% της τελικής ηλεκτρικής κατανάλωσης με το ποσοστό αυτό να τροποποιείται ανάλογα με τη χρήση του κτηρίου. Ο ρυθμός ανανέωσης των φωτιστικών είναι μικρός με τον μέσο όρο ζωής να κυμαίνεται από 10-20 χρόνια ενώ και ο καθαρισμός των φωτιστικών κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης είναι  σχετικά περιορισμένος. Φαίνεται λοιπόν ότι η πλειοψηφία στο «απόθεμα φωτιστικών» της χώρας είναι σχετικά παλιάς τεχνολογίας με σημαντική επίπτωση στην κατανάλωση ενέργειας η οποία τροποποιείται ανάλογα με το είδος του κτιρίου εξαιτίας τόσο της διαφοροποίησης της εγκατεστημένης ισχύος όσο και του ωραρίου λειτουργίας. Μια διαδικασία αντικατάστασης των συστημάτων φωτισμού με ενεργειακά αποδοτικά θα επιτύχει σημαντικά ποσοστά εξοικονομούμενης ηλεκτρικής ενέργειας στα κτήρια.


Πηγή: ΚΑΠΕ – Α. Ανδρουτσόπουλος, Π.Θ. – Α. Τσαγκρασούλης

Τα εμπορικά κτήρια εμφανίζουν το μεγαλύτερο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας (44% του τριτογενούς) ακολουθούμενα από τα ξενοδοχεία (ΣΔΕΑ, ΥΠΑΝ, 6/2008). Ο φωτισμός αντιπροσωπεύει τη δεύτερη  κατανάλωση ενέργειας με το μεγαλύτερο δυναμικό εξοικονόμησης (πρώτη η θέρμανση) μέχρι το 2016 (15%). Είναι εφικτή μια ετήσια εξοικονόμηση ενέργειας της τάξεως των 298 GWh μέχρι το 2016 μόνο από την αντικατάσταση φωτιστικών σωμάτων χαμηλής απόδοσης στον δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα. Συνολικά ο τριτογενής τομέας μπορεί να μειώσει την κατανάλωσή του κατά 829 GWh μέχρι το 2016 εξαιτίας της βελτίωσης των συστημάτων φωτισμού (κατά την πενταετία 2001-2005 η ετήσια τελική κατανάλωση για φωτισμό αντιστοιχούσε σε 3557 GWh).
Η εξοικονόμηση ενέργειας εξαρτάται από:

• την παλαιότητα του υπάρχοντος συστήματος φωτισμού
• το αν η αναβάθμιση θα γίνει με αύξηση/μείωση/διατήρηση των επιπέδων φωτισμού
• την υιοθέτηση συστημάτων ελέγχου
• την τροποποίηση του σχεδιασμού (π.χ. διαχωρισμός γενικού από τοπικό φωτισμό).


Πηγή: ΚΑΠΕ – Α. Ανδρουτσόπουλος, Π.Θ. – Α.Τσαγκρασούλης

Οι ευρύτεροι στόχοι της παρέμβασης είναι: 

 • Ευαισθητοποίηση σε ζητήματα ποιότητας φωτισμού σε συνδυασμό με εξοικονόμηση ενέργειας.

• Ενημέρωση για την διαθέσιμη τεχνολογία με εστίαση στην αποδοτικότητα των φωτιστικών σαν σύνολο. Στη συντριπτική πλειοψηφία των συστημάτων φωτισμού το κόστος της ενέργειας είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του αρχικού κόστους αγοράς και συντήρησης συνεπώς η εστίαση στη μείωση της κατανάλωσης αποτελεί και οικονομικά βιώσιμη λύση.• Ενημέρωση για την επίδραση σε υγεία και παραγωγικότητα του ποιοτικού φωτισμού. Ο σχεδιασμός του φωτισμού δεν πραγματοποιείται στοχεύοντας μόνο στην εξοικονόμηση. Για να τονισθεί η επίδραση του σωστού σχεδιασμού, να αναφερθεί ότι το κόστος των μισθών σε κάποιο κτήριο μπορεί να είναι δεκάδες φορές πολλαπλάσιο από το κόστος της ενέργειας με αποτέλεσμα λανθασμένες σχεδιαστικές επιλογές να αντισταθμίζουν την οποιοδήποτε εξοικονόμηση.