Στην Ελλάδα η κατανάλωση για φωτισμό σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στο Σχέδιο Δρασης Ενεργειακής Απόδοσης του ΥΠΑΝ για την πενταετία 2001-2005, αντιπροσωπεύει το 18% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στον τριτογενή τομέα. και 23% της ηλεκτρικής. Στον ιδιωτικό τομέα το ποσοστό της κατανάλωσης του φωτισμού σε σχέση με την τελική κατανάλωση ανα χρήση παρουσιάζεται στο παρακάτω σχήμα
Πηγή: Τσαγκρασούλης Άρης: Επ. καθηγητής Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Παν/μιο Θεσσαλίας
Τα ποσοστά διαφοροποιούνται στον δημόσιο τομέα με το μεγαλύτερο ποσοστό κατανάλωσης για φωτισμό σε σχέση με την τελική κατανάλωση να αντιστοιχεί στα σχολικά κτήρια (34.2%).
Σύμφωνα με την ανάλυση (Preparatory Studies for Eco-Design requirements of Energy using Products, Final Report, LOT 8: Office lighting, 4/2007) oι γραμμικοί λαμπτήρες φθορισμού αντιστοιχούν στο 68% των εγκατεστημένων συστημάτων και οι συμπαγείς στο 25% για τα δημόσια κτήρια γραφείων. Τα αντίστοιχα ποσοστά για ιδωτικά είναι 64% και 35% αντίστοιχα. Η πλειοψηφία των γραμμικών λαμπτήρων είναι Τ8 συνήθως σε συνδυασμό με συμβατικές στραγγαλιστικές διατάξεις (75.4% στα δημόσια κτήρια).
Οσον αφορά τα φωτιστικά στα δημόσια κτήρια γραφείων το 45.4% είναι άμεσου φωτισμού ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στα ιδιωτικά είναι 68.5 %. Ο ρυθμός ανανέωσης των φωτιστικών είναι μικρός με τον μέσο όρο ζωής να κυμαίνεται από 10-20 χρόνια. Ο καθαρισμός των φωτιστικών κατά τη διάρκεια εργασιών συντήρησης είναι σχετικά περιορισμένος στον δημόσιο τομέα (1.4% ).
Πηγή: Τσαγκρασούλης Άρης: Επ. καθηγητής Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Παν/μιο Θεσσαλίας
Απο τα προαναφερθέντα φαίνεται ότι η πλειοψηφία στο «απόθεμα φωτιστικών» της χώρας είναι σχετικά παλιάς τεχνολογίας με σημαντική επίπτωση στην κατανάλωση ενέργειας η οποία διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος της χρήσης.
Τα εμπορικά κτήρια (ΣΔΕΑ, 6/2008, ΥΠΑΝ) εμφανίζουν το μεγαλύτερο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας (44% του τριτογενούς) ακολουθούμενα από τα ξενοδοχεία . Ο φωτισμός αντιπροσωπεύει τη δεύτερη κατανάλωση με το μεγαλύτερο δυναμικό εξοικονόμησης (πρώτη η θέρμανση) μέχρι το 2016 (15%). Συνεπώς λόγω της μεγάλης συμμετοχής του φωτισμού στην τελική ηλεκτρική κατανάλωση και της διαθέσιμης τεχνολογίας η στρατηγική αναβάθμισης των συστημάτων φωτισμού εμφανίζει σημαντική δυνατότητα μείωσης της πρωτογενούς κατανάλωσης και κατ’επέκταση των εκπεμπόμενων αερίων ρύπων. Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζεται η ποσοστιαία συμμετοχή κάθε είδους κατανάλωσης σε σχέση με την συνολική τελική (αριστερά) και σε σχέση με την τελική για ηλεκτρισμό.
Πηγή: Τσαγκρασούλης Άρης: Επ. καθηγητής Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Παν/μιο Θεσσαλίας