Σύμφωνα με σχετικές μελέτες, στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας υπάρχουν σημαντικά περιθώρια εξοικονόμησης ενέργειας. Ενώ ένας μεγάλος αριθμός λεβήτων περνά από συντήρηση από εγκεκριμένους τεχνίτες, σε αρκετές περιπτώσεις ο έλεγχος είναι ανεπαρκής και συνήθως ανακριβής και υποτυπώδης. Αυτό έχει διαπιστωθεί καθώς λέβητες που ελέγχθηκαν, μετά από κατάλληλη μελέτη, ρυθμίστηκαν εκ νέου και λειτούργησαν πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ότι πριν.
Αξίζει επίσης να επισημανθεί ότι στα συστήματα κεντρικής θέρμανσης παρ’ ότι υπάρχει υποχρέωση για τους χρήστες να τοποθετήσουν μετρητές θερμικής ενέργειας (θερμιδομέτρηση) αυτοί σπάνια χρησιμοποιούνται. Γίνεται λοιπόν κατανάλωση δίχως μέτρηση ενέργειας (σε αντίθεση με την ηλεκτρική ενέργεια) και το αποτέλεσμα είναι σπατάλη και αλόγιστη χρήση.
Εξετάζοντας το όλο θέμα που ανακύπτει από ευρύτερη σκοπιά μπορεί κανείς να δει την έκταση του προβλήματος σε εθνικό επίπεδο, καθώς πάνω από το 35% της συνολικής ενέργειας που καταναλώνεται ετησίως στην Ελλάδα είναι στα κτήρια, και πάνω από το 50% αυτής οφείλεται στα συστήματα κεντρικής θέρμανσης. Με δεδομένο το γεγονός ότι η πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού κάνει χρήση κεντρικής θέρμανσης, τα περιθώρια εξοικονόμησης είναι μεγάλα.
Καθώς όμως το μεγαλύτερο ποσοστό των κτηρίων χρησιμοποιεί ενιαία συστήματα και όχι αυτόνομα, δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα καθώς δεν υπάρχει η δυνατότητα αυτόνομης θερμικής διαχείρισης ανάλογα με τις ανάγκες καθενός νοικοκυριού, με αποτέλεσμα την προαναφερθείσα κατασπατάληση ενέργειας, ακόμα και όταν η θέρμανση σε έναν μη-κατοικήσιμο χώρο δεν είναι απαραίτητη.
Επίσης, οι λέβητες σε κεντρικά συστήματα θέρμανσης (δισωλήνια) λειτουργούν με χρονοδιακόπτες και όχι με βάση τη θερμοκρασία των εσωτερικών χώρων με αποτέλεσμα, προκειμένου να θερμανθούν περισσότερο «δύσκολοι» και κρύοι χώροι όπως είναι οι χώροι που η μία τους πλευρά έρχεται σε επαφή με το περιβάλλον, να υπερθερμαίνονται αναγκαστικά και αυτοί που δεν έχουν τόσο μεγάλες ανάγκες.
Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι τα αυτόνομα συστήματα είναι καλύτερα από τα κεντρικά αλλά αντιθέτως τα κεντρικά συστήματα μπορούν να λειτουργήσουν πιο αποδοτικά εφόσον σχεδιαστούν και διαστασιολογηθούν σωστά και συνοδευτούν από κατάλληλους αυτοματισμούς (αντιστάθμιση, θερμοστατικές βαλβίδες κλπ).
Τέλος, συνυπολογίζοντας το γεγονός ότι τα περισσότερα συστήματα είναι υπερδιαστασιολογημένα και δεν διαθέτουν κατάλληλους αυτοματισμούς προσαρμογής στα μερικά φορτία, γίνεται αντιληπτό ότι τα περιθώρια εξοικονόμησης ενέργειας είναι ιδιαίτερα σημαντικά.
|